Σε ένα αρκετά δύσκολο από οικονομικής απόψεως περιβάλλον, ειδικά μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, η οικονομία της Κίνας συνέχισε να αναπτύσσεται, σε αντίθεση με την Ευρώπη και την Αμερική. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ έχει ένα μέσο όρο αύξησης 8.9% και περίπου 600 εκατομμύρια άνθρωποι βγήκαν από τα όρια της φτώχειας.
Πολύ λίγοι γνωρίζουν ότι η ανάπτυξη της Κίνας προήλθε από τις επενδύσεις στις καλλιέργειες. Αυτό με τη σειρά του έδωσε ώθηση στην ευρύτερη επαρχία και καθώς οι κάτοικοι της επαρχίας άρχισαν να γίνονται πλουσιότεροι, άρχισαν τις μετακινήσεις στις πόλεις – κτίζοντας κυριολεκτικά τους ουρανοξύστες τους Πεκίνου, της Σαγκάης και άλλων μεγαλουπόλεων.
Στο μεταξύ η γεωργική οικονομία πήρε για τα καλά μπροστά. Παρά την αστικοποίηση και παρά το γεγονός ότι πλέον οι βιομηχανίες παρά οι γεωργικές καλλιέργειες τραβάνε την οικονομία, η Κίνα μπορεί και ταΐζει το 20% του παγκόσμιου πληθυσμού. Η πολιτική τους, ιδεολογικά, είναι να παραμένουν αυτάρκεις σε σιτάρι και ρύζι, παρόλο που αυξήθηκαν οι εισαγωγές σε κτηνοτροφικά σιτηρά τα τελευταία χρόνια.
Η γεωργία όμως, και κυρίως η γεωργία που υποστηρίζει την παραγωγή τροφίμων στον “στεγνό” βορά, χρειάζεται νερό. Καθώς άλλα μέρη της οικονομίας έχουν ανθίσει, η λειψυδρία χτυπάει την πόρτα. Αυτό έχει δημιουργήσει ένα δίλημμα στο Κομουνιστικό Κόμμα της Κίνας: Πώς θα προστατέψει την παραγωγή τροφίμων, τα εισοδήματα των καλλιεργητών την ίδια ώρα που απελευθερώνει τεράστιες ποσότητες νερού στις ολοένα και πιο διψασμένες πόλεις και βιομηχανίες.
Παγκοσμίως, το 70% του φρέσκου νερού πηγαίνει στις γεωργικές καλλιέργειες. Μετά ακολουθούν οι βιομηχανίες και τα σπίτια (περίπου 20%) και η παραγωγή ενέργειας (10% και ανεβαίνει). Η γεωργία αποτελεί μήλο της έριδος καθώς το ποιος θα “πάρει” περισσότερο νερό σε σχέση με τον άλλον, αποτελεί αιτία διαμάχης, τόσο οικονομικής όσο και πολιτικής.
Αν αποφάσιζαν με καθαρά οικονομικούς όρους, το νερό θα έπρεπε να πάει στους πιο πολύτιμους χρήστες, δηλαδή εκτός γεωργίας. Αλλά το λόμπι των αγροτών έχει σκληρά “πολιτικά δόντια” και αποτελεί την μεγαλύτερη βάση ψηφοφόρων του κυβερνώντος ΚΚΚ. Αντιμέτωπη με αυτό το δίλημμα και συνειδητοποιώντας ότι οι επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες νερού δεν μπορούν να συνεχιστούν επ’ αορίστου εάν δεν υπάρξουν νέες πηγές νερού, η Κίνα έχει στρέψει το βλέμμα της στην σωστότερη διαχείριση της ζήτησης του νερού.
Έχει κάνει μεγάλες προόδους πάνω σε αυτό το θέμα. Παίρνοντας μεγαλύτερη σοδειά ανά σταγόνα νερού ήταν το κλειδί της επιτυχίας. Η γεωργική παραγωγή διπλασιάστηκε από τη δεκαετία του “90, η συνολική αρδευτική περιοχή αυξήθηκε κατά 30% και η απόδοση ανά καρπό αυξήθηκε κατά 10%. Την ίδια στιγμή, η γεωργία χρειάστηκε 20% λιγότερο νερό.
Παρ όλη την πρόοδο όμως, η χρήση νερού για τη γεωργία αποτελεί το 60% του συνόλου και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας δεν επιθυμεί σε καμία περίπτωση να εφαρμόσει αυστηρότερους όρους στην τιμολόγηση του νερού, κάτι που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τους αγρότες και την παραγωγή τροφίμων, ειδικά σε μία χώρα που χτυπήθηκε από λιμό τη δεκαετία του ’50.
Το Κόμμα πειραματίστηκε με διάφορες μεθόδους για να δει τί δουλεύει. Δημιούργησαν μία “τράπεζα νερού“, που θα αγοράζει δικαιώματα νερού που δεν χρησιμοποιείται και θα τα μεταφέρει σε πιο “διψασμένες” περιοχές. Όπως αναφέρει ένας επίσημος: “Δεν μπορούμε να αλλάξουμε την τιμή που χρεώνουμε τους αγρότες, μπορούμε όμως να τους βοηθήσουμε να χρησιμοποιούν λιγότερο και να σιγουρευτούμε ότι το νερό μεταφέρεται σε αυτούς που πραγματικά το χρειάζονται“.
Σε άλλη περιοχή της βόρειας Κίνας χρησιμοποιούν μία τεχνολογία με αισθητήρες που ελέγχονται ασύρματα, η οποία διαχειρίζεται το νερό που χρησιμοποιείται στις καλλιέργειες με ακρίβεια. Ο σκοπός σε αυτή την τεχνολογία είναι να μετρούν και να ελέγχουν την ποσότητα του νερού που πραγματικά καταναλώνεται στα σπαρτά (μέσω της εξάτμισης και της διαπνοής), παρά να μετρούν την ποσότητα που χάνεται από τα υπόγεια ύδατα. Η κατάσταση είναι εξαιρετικά επείγουσα, τα επίπεδα νερού σε κάποιες περιοχές μειώνονται κατά ένα μέτρο το χρόνο, απειλώντας την παραγωγή τροφίμων.
Όλα αυτά πρέπει να μας προβληματίσουν κι εμάς στην Ελλάδα. Πρέπει να αρχίσουμε από τώρα να προσέχουμε πόσο νερό καταναλώνουμε και να μετρούμε το “αποτύπωμα νερού” που ξοδεύουμε σε μία ημέρα. Το νερό είναι το πολυτιμότερο αγαθό του πλανήτη και πρέπει να το προφυλάξουμε.
Λίγα λόγια για τον αρθρογράφο
Ο Γιώργος Μαργιώλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και είναι απόφοιτος του ΑΤΕΙ Εμπορίας και Διαφήμισης. Μιλάει άριστα την αγγλική γλώσσα και (όχι τόσο άριστα) την γερμανική.
Έχει εκτελέσει καθήκοντα Project Manager στο τμήμα Μάρκετινγκ της Avery Dennison – Fastener Division στην Αγγλία. Εκεί, το βασικό του project ήταν να επαναπροωθήσει τα προϊόντα της εταιρίας σε νέες εφαρμογές ώστε να είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο ο κόσμος ήταν πιο εξοικειωμένος με τα φίλτρα νερού, του γεννήθηκε η αγάπη για τα φίλτρα νερού που είναι φιλικά προς το περιβάλλον, μειώνουν τη χρήση πλαστικών εμφιαλωμένων μπουκαλιών και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των ανθρώπων.
Από το 2008 και μετά, έχει δημοσιεύσει πάνω από 300 άρθρα μοναδικού εκπαιδευτικού και ενημερωτικού περιεχομένου πάνω στα φίλτρα νερού και τις νέες τεχνολογίες επεξεργασίας νερού.
Κατά καιρούς, πανεπιστήμια και διδακτορικοί φοιτητές ζητούν να χρησιμοποιήσουν τα άρθρα του Γιώργου Μαργιώλου στις εργασίες τους λόγω της ποιότητας και μοναδικότητας τους.